Ο Κόσμος του Βιβλίου
Δοκίμιο ή non fiction… Σημαντικά θέματα και πολυσυζητημένα βιβλία

Η λέξη «δοκίμιο» δεν είναι ωραία. Φέρνει στο νου αίθουσες διδασκαλίας και στεγνά κείμενα. Καλύτερος και πιο εύστοχος είναι ο αγγλικός όρος «non fiction», αν και αποτελεί έναν φτωχό ορισμό όλων εκείνων των στοιχείων που συνιστούν το δοκίμιο.
Το Γερμανικό Βραβείο Δοκιμίου, που απονεμήθηκε φέτος για πρώτη φορά, προορίζεται για βιβλία που «προάγουν τον διάλογο για ζητήματα τα οποία απασχολούν την κοινωνία». Το εκάστοτε θέμα, όπως έγραφε η προκήρυξη του βραβείου, πρέπει να είναι σημαντικό και να έχει μελετηθεί επαρκώς, το κείμενο να διαθέτει «αφηγηματική δύναμη» και να απευθύνεται σε ένα ευρύτερο κοινό. Η απόφαση της κριτικής επιτροπής έδειξε ότι το ζητούμενο δεν ήταν να βραβευτούν κάποιες συντεθειμένες στα γρήγορα εκθέσεις ιδεών για επίκαιρα θέματα που προκάλεσαν αναστάτωση στην κοινή γνώμη. Επέλεξε ως «Δοκίμιο του έτους 2021» τη βιογραφία με τίτλο Hegels Welt [«Ο κόσμος του Χέγκελ»] την οποία συνέγραψε ο Jürgen Kaube. Ο Kaube αφηγείται τον βίο του Georg Wilhelm Friedrich Hegel και παράλληλα ξετυλίγει ένα ιστορικοπολιτισμικό πανόραμα των πάμπολλων βελτιώσεων και επαναστάσεων που έγιναν γύρω στο 1800, γράφοντας για πολιτικά πραξικοπήματα στη σκιά της Γαλλικής Επανάστασης και του Ναπολέοντα, αερόστατα, ατμομηχανές και εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις. Το γόνιμο καταληκτικό ερώτημα που θέτει είναι: «Για ποιο λόγο τα φιλοσοφικά κείμενα-κλειδιά εκείνης της εποχής έχουν τίτλους όπως Κριτική του Καθαρού Λόγου, Θεωρία της Επιστήμης, Φαινομενολογία του Πνεύματος ή Επιστήμη της Λογικής; Πώς γεννιέται υπό συνθήκες επιτάχυνσης της καινοτομίας στην τεχνολογία, την επιστήμη και την οικονομία ένα φιλοσοφικό κίνημα που αποκαλείται από τους εκπροσώπους του “ιδεαλισμός” και από τους άλλους “γερμανικός ιδεαλισμός”, το οποίο θα αποτελέσει σημαντικό κεφάλαιο στην ιστορία του πνεύματος;» Δεν χρειάζεται να έχει σπουδάσει κανείς φιλοσοφία για να ωφεληθεί από την ανάγνωση αυτού του βιβλίου – αρκούν το πάθος για τον στοχασμό και η περιέργεια του πώς μπορεί να αποδοθεί σε σκέψεις η δική του εποχή.
«Ο πίθηκος που θέλει να γίνει άνθρωπος είμαι εγώ, μια (εθνολόγος από το Βερολίνο). “Πίθηκο” με έλεγαν οι κάτοικοι των λόφων Τούγκεν στη βορειοδυτική Κένυα όταν πήγα σ’ εκείνους το 1978». Με αυτές τις φράσεις αρχίζει η Heike Behrend την «αυτοβιογραφία της εθνογραφικής έρευνας». Στο βιβλίο της Menschwerdung eines Affen [«Ο εξανθρωπισμός ενός πιθήκου»], γράφει για μια έρευνα πεδίου που κράτησε δεκαετίες, για ματαιωμένες προσδοκίες, για ψευδαισθήσεις, παρεξηγήσεις και τις δυσκολίες που συναντά κανείς όταν θέλει να κατανοήσει άλλους πολιτισμούς. Η γλώσσα που χρησιμοποιεί είναι κατανοητή, νηφάλια αλλά και πλούσια σε αποχρώσεις. Στα ερευνητικά της ταξίδια δεν την είπαν μόνο «πίθηκο», αλλά και «τρελή», «κλόουν», «μάγισσα», «κατάσκοπο», «σατανικό πνεύμα» ή «κανίβαλο». Η Behrend αναφέρεται στα προσωνύμια αυτά διερευνώντας τα αίτιά τους, κι έτσι ρίχνει φως στο πώς η εικόνα του εαυτού μας και εκείνη των άλλων για εμάς αντικατοπτρίζονται η μία μέσα στην άλλη. Ο χαρακτηρισμός «πίθηκος» που οι κάτοικοι χρησιμοποιούσαν για την ερευνήτρια ήταν και μια έμμεση απάντηση στα βιώματα των ταπεινώσεων της αποικιοκρατίας. Η αυτοβιογραφία ενσωματώνει παράλληλα εντελώς φυσικά μια ιστορία της εθνολογίας που φτάνει μέχρι τη διαπίστωση ότι ο διαχωρισμός ανάμεσα στο «αυτοί» και το «εμείς» φαινομενικά μόνο είναι σαφής και ξεκάθαρος και ότι οι «αντιλήψεις που έχουμε για τον Άλλο» έχουν πάψει προ πολλού να είναι σταθερές. Το πολυσυζητημένο βιβλίο της Behrend τιμήθηκε τον Μάιο του 2021 με το βραβείο της Έκθεσης Βιβλίου της Λειψίας στην κατηγορία Δοκίμιο και Δοκιμιογραφία.
Εδώ και χρόνια εμφανίζονται διαγνώσεις του παρόντος που ασκούν κριτική στον νεοφιλελευθερισμό, διαπιστώνουν την αποτυχία του, παίρνουν θέση υπέρ της δημοκρατίας κι ενάντια στην κακοδαιμονία του κομφορμισμού της αγοράς. Ανάμεσά τους ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει η «ευσύνοπτη θεωρία της παρούσας κατάστασης» από τον Joseph Vogl, λόγω της πνευματικής της οξύνοιας και της ζοφερότητας των προγνώσεών της. Στο Kapital und Ressentiment [«Κεφάλαιο και μνησικακία»] ο θεωρητικός της λογοτεχνίας από το Βερολίνο δείχνει πώς από τη σύμπραξη ψηφιακής και χρηματοπιστωτικής οικονομίας προκύπτει μια νέα μορφή διακυβέρνησης, η «Monetative» [«χρηματική»], μια τέταρτη μορφή εξουσίας πλάι στη νομοθετική, την εκτελεστική και τη δικαστική, και εξηγεί γιατί ο καπιταλισμός της πλατφόρμας θρέφεται από την καλλιέργεια της μνησικακίας, παρουσιάζοντας αναγκαστικά ολοένα νέες πηγές μνησικακίας και επιβραβεύοντάς τες.
Είτε πρόκειται για «fiction» είτε για «non fiction», παρατηρούμε ότι ο αριθμός των νέων κυκλοφοριών που πραγματεύονται ζητήματα της καταγωγής, του ανήκειν, της ταυτότητας είναι αξιοπρόσεκτα μεγάλος – άλλοτε στο μυθιστόρημα, άλλοτε στο δοκίμιο και συχνά στο είδος της αυτο-μυθοπλασίας. Ιδιαίτερης προσοχής έτυχε το βιβλίο Betrachtungen einer Barbarin [«Στοχασμοί μιας βάρβαρης»] της Asal Dardan, που μεγάλωσε στη Γερμανία ως παιδί Ιρανών γονιών. Για να αντεπεξέλθει στις απαιτήσεις του θέματός της, η Dardan αφήνει στην άκρη τις ειδολογικές κατατάξεις και χρησιμοποιεί τις φόρμες της αυτοβιογραφικής αφήγησης κυρίως, αλλά και εκείνες της φιλοσοφικής δοκιμιογραφίας. Με τον τρόπο αυτό, φέρνει στο παρόν τη «ζωή ανάμεσα σε αρκετούς κόσμους» και ταυτόχρονα την αναλύει: «Δεν σου προσφέρει πλήρεις αλλά κατασκευασμένους από φαντασιοκοπίες και πόθους ψευδο-τόπους. Τόπους στους οποίους θέλεις να μείνεις, ακόμη και αν δεν τους έχεις επισκεφθεί ποτέ».
Ο Jens Bisky εργάζεται στο Ινστιτούτο Κοινωνικής Έρευνας του Αμβούργου. Είναι αρχισυντάκτης του περιοδικού Mittelweg 36 και της ειδησεογραφικής πύλης κοινωνικο-επιστημονικών θεμάτων Soziopolis. Το 2019 κυκλοφόρησε το δοκιμιακό του έργο Berlin – Biographie einer großen Stadt [«Βερολίνο – Η βιβλιογραφία μιας μεγάλης πόλης»].
Μετάφραση: Πελαγία Τσινάρη
«Ο πίθηκος που θέλει να γίνει άνθρωπος είμαι εγώ, μια (εθνολόγος από το Βερολίνο). “Πίθηκο” με έλεγαν οι κάτοικοι των λόφων Τούγκεν στη βορειοδυτική Κένυα όταν πήγα σ’ εκείνους το 1978». Με αυτές τις φράσεις αρχίζει η Heike Behrend την «αυτοβιογραφία της εθνογραφικής έρευνας». Στο βιβλίο της Menschwerdung eines Affen [«Ο εξανθρωπισμός ενός πιθήκου»], γράφει για μια έρευνα πεδίου που κράτησε δεκαετίες, για ματαιωμένες προσδοκίες, για ψευδαισθήσεις, παρεξηγήσεις και τις δυσκολίες που συναντά κανείς όταν θέλει να κατανοήσει άλλους πολιτισμούς. Η γλώσσα που χρησιμοποιεί είναι κατανοητή, νηφάλια αλλά και πλούσια σε αποχρώσεις. Στα ερευνητικά της ταξίδια δεν την είπαν μόνο «πίθηκο», αλλά και «τρελή», «κλόουν», «μάγισσα», «κατάσκοπο», «σατανικό πνεύμα» ή «κανίβαλο». Η Behrend αναφέρεται στα προσωνύμια αυτά διερευνώντας τα αίτιά τους, κι έτσι ρίχνει φως στο πώς η εικόνα του εαυτού μας και εκείνη των άλλων για εμάς αντικατοπτρίζονται η μία μέσα στην άλλη. Ο χαρακτηρισμός «πίθηκος» που οι κάτοικοι χρησιμοποιούσαν για την ερευνήτρια ήταν και μια έμμεση απάντηση στα βιώματα των ταπεινώσεων της αποικιοκρατίας. Η αυτοβιογραφία ενσωματώνει παράλληλα εντελώς φυσικά μια ιστορία της εθνολογίας που φτάνει μέχρι τη διαπίστωση ότι ο διαχωρισμός ανάμεσα στο «αυτοί» και το «εμείς» φαινομενικά μόνο είναι σαφής και ξεκάθαρος και ότι οι «αντιλήψεις που έχουμε για τον Άλλο» έχουν πάψει προ πολλού να είναι σταθερές. Το πολυσυζητημένο βιβλίο της Behrend τιμήθηκε τον Μάιο του 2021 με το βραβείο της Έκθεσης Βιβλίου της Λειψίας στην κατηγορία Δοκίμιο και Δοκιμιογραφία.
Εδώ και χρόνια εμφανίζονται διαγνώσεις του παρόντος που ασκούν κριτική στον νεοφιλελευθερισμό, διαπιστώνουν την αποτυχία του, παίρνουν θέση υπέρ της δημοκρατίας κι ενάντια στην κακοδαιμονία του κομφορμισμού της αγοράς. Ανάμεσά τους ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει η «ευσύνοπτη θεωρία της παρούσας κατάστασης» από τον Joseph Vogl, λόγω της πνευματικής της οξύνοιας και της ζοφερότητας των προγνώσεών της. Στο Kapital und Ressentiment [«Κεφάλαιο και μνησικακία»] ο θεωρητικός της λογοτεχνίας από το Βερολίνο δείχνει πώς από τη σύμπραξη ψηφιακής και χρηματοπιστωτικής οικονομίας προκύπτει μια νέα μορφή διακυβέρνησης, η «Monetative» [«χρηματική»], μια τέταρτη μορφή εξουσίας πλάι στη νομοθετική, την εκτελεστική και τη δικαστική, και εξηγεί γιατί ο καπιταλισμός της πλατφόρμας θρέφεται από την καλλιέργεια της μνησικακίας, παρουσιάζοντας αναγκαστικά ολοένα νέες πηγές μνησικακίας και επιβραβεύοντάς τες.
Είτε πρόκειται για «fiction» είτε για «non fiction», παρατηρούμε ότι ο αριθμός των νέων κυκλοφοριών που πραγματεύονται ζητήματα της καταγωγής, του ανήκειν, της ταυτότητας είναι αξιοπρόσεκτα μεγάλος – άλλοτε στο μυθιστόρημα, άλλοτε στο δοκίμιο και συχνά στο είδος της αυτο-μυθοπλασίας. Ιδιαίτερης προσοχής έτυχε το βιβλίο Betrachtungen einer Barbarin [«Στοχασμοί μιας βάρβαρης»] της Asal Dardan, που μεγάλωσε στη Γερμανία ως παιδί Ιρανών γονιών. Για να αντεπεξέλθει στις απαιτήσεις του θέματός της, η Dardan αφήνει στην άκρη τις ειδολογικές κατατάξεις και χρησιμοποιεί τις φόρμες της αυτοβιογραφικής αφήγησης κυρίως, αλλά και εκείνες της φιλοσοφικής δοκιμιογραφίας. Με τον τρόπο αυτό, φέρνει στο παρόν τη «ζωή ανάμεσα σε αρκετούς κόσμους» και ταυτόχρονα την αναλύει: «Δεν σου προσφέρει πλήρεις αλλά κατασκευασμένους από φαντασιοκοπίες και πόθους ψευδο-τόπους. Τόπους στους οποίους θέλεις να μείνεις, ακόμη και αν δεν τους έχεις επισκεφθεί ποτέ».
Ο Jens Bisky εργάζεται στο Ινστιτούτο Κοινωνικής Έρευνας του Αμβούργου. Είναι αρχισυντάκτης του περιοδικού Mittelweg 36 και της ειδησεογραφικής πύλης κοινωνικο-επιστημονικών θεμάτων Soziopolis. Το 2019 κυκλοφόρησε το δοκιμιακό του έργο Berlin – Biographie einer großen Stadt [«Βερολίνο – Η βιβλιογραφία μιας μεγάλης πόλης»].
Μετάφραση: Πελαγία Τσινάρη